ΦΑΡΑΓΓΙ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ
Το τοπίο στο βόρειο τμήμα της Πελοποννήσου χαρακτηρίζεται από κροκαλοπαγές τείχος που αυλακώνεται από παράλληλες χαράδρες ξεκινώντας από τα εσωτερικά υψίπεδα και φτάνουν λίγα χιλιόμετρα πριν το επίπεδο της θάλασσας. Σ’ αυτό το κροκαλοπαγές τείχος είναι σκαμμένο το φαράγγι του Βουραϊκού.
Το όνομα του φαραγγιού μνημονεύει τη Βούρα σημαντική πόλη της αρχαιότητας που πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Κατά τον μύθο το όνομα του το πήρε από την Βούρα, κόρη του Νεφεληγερέτη και της Ελίκης, που αγαπούσε ο Ηρακλής και άνοιξε το πέρασμα για να φτάσει κάτω στη θάλασσα και να τη συναντήσει.
Στις όχθες του υπάρχει σπήλαιο που, κατά την μυθολογία ήταν μαντείο, αφιερωμένο στον Ηρακλή . Εκεί οι προσκυνητές έριχναν τους αστραγάλους και διάβαζαν τους χρησμούς στους Πίνακες της Γνώσης , όπως τους αποκαλούσαν.
Στα κάθετα τοιχώματα του φαραγγιού διασώζονται πολύ ενδιαφέρουσες και σπάνιες φυτοκοινωνίες μοναδικών ειδών, χαρακτηριστικές των βραχωδών βιότοπων της ανατολικής Μεσογείου. Ανάμεσα στα είδη είναι η καμπανούλα των βράχων Campanula versicolor, το αρωματικό Teucrium pollium, τη μικρή φτέρη Ceterach officinarum και από τα σπανιότερα είδη το τοπικό ενδημικό Achillea unbelata ssp monocephala, την ενδημική των βουνών της βόρειας Πελοποννήσου Aurinia moreana και της Asperula arcadiensis, είδος ενδημικό του Χελμού, της Ζήρειας και της Γκιώνας.
Το πιο αξιομνημόνευτο στοιχείο του φαραγγιού είναι το μικρό τρενάκι που το διασχίζει απ’ άκρη σ’ άκρη. Η κατασκευή του οδοντωτού σιδηροδρόμου αποφασίστηκε στα χρόνια της Τρικουπικής διακυβέρνησης, στο πλαίσιο του μεγαλεπήβολου σχεδίου σιδηροδρομικής σύνδεσης όλης της Ελλάδας. Αυτό το έργο υποστηρίχθηκε από το φίλο του Τρικούπη και τοπικό πολιτευτή Ασημάκη Φωτήλα. Η γραμμή κατασκευάστηκε από γαλλική εταιρεία ενώ συνέδραμαν και Ιταλοί τεχνίτες, που είχαν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία σε ανάλογα έργα στις Άλπεις. Το έργο τελείωσε το 1895 και τα εγκαίνια έγιναν την επόμενη χρονιά με την συμμετοχή του τότε βασιλιά. Η πρώτη μηχανή ήταν ατμοκίνητη και σε κάθε στάση υπήρχαν υδατόπυργοι για την αναπλήρωση του νερού.
Η διαδρομή περνάει από μικρά τούνελ όπου ανάμεσα στα μικρά ανοίγματα προλαβαίνουμε να διακρίνουμε στην απέναντι όχθη μεγάλη βραχοσκεπή με διαδοχικές σπηλαιώδεις αίθουσες, σε μια από τις οποίες οι σταλαγμίτες έχουν σχηματίσει όρθιες στήλες που μοιάζουν με μορφές παραταγμένες με σύνθεση δικαστηρίου (δικαστής, πρόεδρος και εισαγγελέας). Η διαδρομή συνεχίζει σε άγρια τοπία με καταρράκτες και φτάνουμε στο πιο στενό σημείο της διαδρομής που λέγεται “Πόρτες” και το τρενάκι περνάει μέσα από σήραγγα.
Δίπλα από τις γραμμές του τρένου υπάρχει μονοπάτι που παλιότερα χρησιμοποιούνταν από τους κατοίκους της περιοχής. Σήμερα η ίδια χάραξη έχει σηματοδοτηθεί με σύμβολα του Ευρωπαϊκού Μονοπατιού Ε4 που χρησιμοποιείται από πεζοπόρους Έλληνες και ξένους πεζοπόρους. Η διαδρομή για το κατέβασμα απαιτεί περίπου 6 ώρες και για το ανέβασμα περίπου 7 με 8 ώρες.
Κάθε χρόνο τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου διοργανώνεται από το Σύλλογο Ορειβασίας και Χιονοδρομίας Καλαβρύτων, το Πανελλήνιο Πέρασμα με τη συμμετοχή εκατοντάδων ορειβατών και πεζοπόρων.
ΤΑ ΥΔΑΤΑ ΤΗΣ ΣΤΥΓΟΣ
Εννιά τα μέρη του νερού γύρω απ’ τη Γη, χωριστά από το δέκατο, το νερό της Στύγας. Τα ύδατα της Στυγός συνδέθηκαν με θεολογικές και φιλοσοφικές ιδέες, όπως αυτές από τα Ελευσίνια Μυστήρια και τις Ορφικοπυθαγορικές δοξασίες για την μετενσάρκωση.
Η Στύγα ήταν οι πηγές του υποχθόνιου ποταμού Κράθη στον Χελμό της Αχαΐας σε υψόμετρο 2.100 μέτρα.
Η στυγερή Στύγα είχε τα βουερά παλάτια της στα Τάρταρα. Εκεί που ο Δίας έριξε τους Τιτάνες, τους Γίγαντες και όσους άλλους εναντιώθηκαν στο θέλημα του. Χώρια έμενε στα λαμπρά της δώματα η Στύγα, χτισμένα με μακριές πέτρες και στηριγμένα παντού με κολώνες αργυρές. Τη Στύγα τη φυλούσαν νύχτα μέρα δράκοι ακοίμητοι. Στην Τιτανομαχία ο Δίας με τους άλλους θεούς, τα αδέλφια του, πολέμησε κατά του πατέρα του Κρόνου, που είχε τη βοήθεια των δικών του αδερφών, των Τιτάνων. Όμως, την παράταξη του Δία ενίσχυσε από την τιτανογενιά, η φοβερή Ωκεανίδα η Στύγα, που ‘χε παιδιά της το Κράτος και τη Βία, το Ζήλο και τη Νίκη.
Στα ύδατα της Στύγας ορκίζονταν όλοι οι θεοί, ακόμη και ο Ήλιος. Ήταν ο πιο μεγάλος όρκος των θεών και στα νερό της οι θεοί έκαναν την ποινή τους, όταν ήταν τιμωρημένοι. Το όνομα της προκαλούσε φόβο σε θεούς και ανθρώπους. Έλεγαν πως κανένα ζωντανό ον δεν επρόκειτο να ζήσει εάν έπινε από το νερό αυτό. Το γυαλί, οι κρύσταλλοι, τα πήλινα αγγείο έσπαζαν μόλις βυθίζονταν σ’ αυτό. Αλλοιώνονταν τα μέταλλα ακόμη και ο άργυρος και ο χρυσός, το ήλεκτρο (κεχριμπάρι). Μόνον οι οπλές των αλόγων άντεχαν, γι’ αυτό οι θεοί το έπιναν μέσα σε κύπελλα καμωμένα από οπλή αλόγου.
Η Ψυχή ψάχνοντας να βρει το ταίρι της, τον Έρωτα, υποχρεώθηκε από την Αφροδίτη να κουβαλήσει νερό από τη Στύγα.
Ο Αχιλλέας ήταν άτρωτος καθώς η Θέτιδα η μητέρα του, μόλις γεννήθηκε, τον βούτηξε στα νερά της Στύγας για να τον κάνει αθάνατο. Ο αστράγαλος όμως του παιδιού έμεινε άβρεχτος. Εκεί, βρήκε την ευκαιρία και θα τον χτυπήσει, αργότερο στον κάμπο της Τροίας, ο Πάρις με το βέλος του. και θα τον σκοτώσει.
Πριν ακόμη φυτρώσει το πρώτο χνούδι στα μάγουλα τους, πήραν όρκο στα ύδατα της Στύγας, πως θα έκαναν δικές τους ο Ώτος την Άρτεμη και ο Εφιάλτης την Ήρα και πως θα ανέβαιναν στον ουρανό, βάζοντας σκάλα τα βουνά πάνω στον ‘Όλυμπο, την Όσσα και πάνω στην ‘Οσσα το Πήλιο.
Το “Μαυρονέρι” της Στύγας ενέπνεε μέχρι πριν λίγα ακόμη χρόνια έναν δεισιδαίμονα τρόμο στους ντόπιους.
Η ανάβαση γίνεται από το χωριό Περιστέρα (ή Σόλος). Σημείο μεγάλης ομορφιάς είναι η λίμνη Τσιβλού (700μ.) μέσα στο δάσος, μερικά χιλιόμετρα πριν από την Περιστέρα. Ξεκινάμε από δασικό δρόμο που μας βάζει σε δάσος με πεύκα και συνεχίζουμε σε μονοπάτι μέχρι ένα χαρακτηριστικό σημείο με θαυμάσια θέα (δυόμισι ώρες). Εδώ επειδή το μονοπάτι έχει πέσει μας μπερδεύει λίγο στο πέρασμα αλλά σε άλλη μισή ώρα μάς φέρνει στη βάση του Καταρράκτη των Yδάτων της Στυγός.
Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ!